Αντικείμενο και Στόχοι του Έργου
Αντικείμενο του προτεινόμενου έργου είναι η ανάπτυξη καινοτόμων εφαρμογών για την ενίσχυση της εμπειρίας περιήγησης σε περιοχές ιδιαίτερου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος και φυσικού κάλλους και η δημιουργία σύγχρονου ψηφιακού υλικού για την προβολή τους, ώστε να αναδειχθεί ο φυσικός τους πλούτος ως αξιόλογο, ελκυστικό και σύγχρονο τουριστικό προϊόν. Το έργο φιλοδοξεί να συμβάλει στην υποστήριξη ειδικών και εναλλακτικών μορφών τουρισμού, καθώς και στην ενίσχυση του τουριστικού προϊόντος με καινοτόμες τεχνολογικές εφαρμογές, προτεραιότητες που αποτελούν βασικούς πυλώνες της Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής στον τομέα του Τουρισμού[1], καθώς και του στρατηγικού σχεδιασμού του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ)[2]. Στο στρατηγικό πλάνο του ΣΕΤΕ αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι απαιτούνται: α) ο εμπλουτισμός του τουριστικού προϊόντος με εναλλακτικές μορφές τουρισμού, β) η ανάπτυξη και διαχείριση ηλεκτρονικού περιεχομένου, γ) η αξιοποίηση του διαδικτύου για την ενημέρωση των επισκεπτών και την κατεύθυνσή τους σε λιγότερο δημοφιλείς προορισμούς και δ) η δημιουργία ψηφιακών και διαδραστικών εφαρμογών τύπου ‘app’ για τους χώρους επίσκεψης. Τα αποτελέσματα του προτεινόμενου έργου υποστηρίζουν μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη διεθνώς τουριστική τάση, αυτή του οικοτουρισμού (αλλιώς και φυσιολατρικού ή περιβαλλοντικού τουρισμού), καθώς προσελκύει επισκέπτες ανώτερου κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου, συμβάλει στην ανάπτυξη λιγότερο “μαζικών” τουριστικών προορισμών, παρατείνει την τουριστική περίοδο και ταυτόχρονα αποτελεί μια ήπια μορφή τουρισμού, η οποία βασίζεται στην ανάδειξη και τη διατήρηση του περιβαλλοντικού και πολιτισμικού πλούτου των περιοχών προορισμού[3].
Το έργο εστιάζει στο ορεινό σύμπλεγμα της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας, το οποίο περιλαμβάνει τους Εθνικούς Δρυμούς Οίτης και Παρνασσού με αξιόλογο φυσικό και πολιτισμικό πλούτο, όπως πεζοπορικά μονοπάτια (μεταξύ αυτών το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4 και το εθνικό μονοπάτι 22), γραφικούς παραδοσιακούς οικισμούς, πυκνά ελατοδάση, ενδημικά και σπάνια φυτικά είδη, σημεία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους (φαράγγια, καταρράχτες και σπήλαια), ιστορικές τοποθεσίες και αρχαιολογικά μνημεία. Επιπλέον, η συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή προσελκύει πληθώρα εγχώριων και ξένων επισκεπτών, λόγω κυρίως του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών και του δημοφιλούς χιονοδρομικού κέντρου του Παρνασσού.
Το έργο στοχεύει στην ανάδειξη, την προώθηση, τον εμπλουτισμό και, κατά συνέπεια, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του τοπικού τουριστικού προϊόντος. Για τον σκοπό, αυτό δύο ερευνητικοί φορείς και δύο επιχειρήσεις θα συνεργαστούν σε δραστηριότητες βιομηχανικής έρευνας και πειραματικής ανάπτυξης, προκειμένου να διερευνήσουν και να βελτιώσουν τρέχουσες μεθοδολογίες προκειμένου να αναπτύξουν, για πρώτη φορά στην Ελλάδα:
α) σύγχρονο υλικό ψηφιακής αποτύπωσης του φυσικού περιβάλλοντος, δηλαδή επιλεγμένων μονοπατιών, αξιόλογων σημείων φυσικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος των δύο δρυμών, αξιοποιώντας καινοτόμες τεχνικές ψηφιοποίησης και τρισδιάστατης αναπαράστασης μικρής έως μεγάλης κλίμακας ανοιχτών φυσικών χώρων και αντικειμένων, και καταγραφής ήχων του φυσικού περιβάλλοντος, όπως ήχοι πουλιών, ποταμών κ.λπ.,
β) διαδικτυακή διαδραστική εφαρμογή εικονικής περιήγησης (virtual tour), η οποία θα παρέχει τις δυνατότητες πραγματοποίησης εικονικών “περιπάτων” σε επιλεγμένα μονοπάτια των δρυμών, εντοπισμού σημείων ιδιαίτερου περιβαλλοντικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος, προβολής ψηφιακών αναπαραστάσεών τους και σχετικών πληροφοριών γι’ αυτά,
γ) μία ολοκληρωμένη εφαρμογή περιήγησης με λειτουργικότητες επαυξημένης πραγματικότητας (Augmented Reality–AR) για κινητές συσκευές, η οποία θα επιτρέπει στους επισκέπτες να διερευνήσουν τους δρυμούς, να ανακαλύψουν τα αξιοθέατά τους, να μάθουν περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτά με έναν διαδραστικό και ψυχαγωγικό τρόπο και να κοινοποιήσουν την εμπειρία τους. Η εφαρμογή θα ενσωματώσει καινοτόμες AR τεχνολογίες για: α) την οπτική αναγνώριση φυτικών ειδών (δέντρα, θάμνοι, πόες), β) την επισήμανση σημαντικών σημείων ενδιαφέροντος, όπως σπήλαια, πηγές, μνημεία κ.λπ. και γ) την επισήμανση γειτονικών γεωγραφικών ορόσημων (κορυφές, ποτάμια κ.λπ.).
Το έργο στοχεύει στην διάχυση και την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων του ως μιας καλής πρακτικής ανάδειξης και διαφοροποίησης του τοπικού τουριστικού προϊόντος, ικανής να υποστηρίξει και να προωθήσει διάφορες μορφές ειδικού/εναλλακτικού τουρισμού (περιπατητικός, χιονοδρομικός, ορειβατικός, εκπαιδευτικός, πολιτιστικός τουρισμός κ.λπ.), συμβατής με τις προτεραιότητες και τους στόχους της Στρατηγικής Έρευνας και Καινοτομίας για την Έξυπνη Εξειδίκευση (RIS3)[4] στον τομέα του τουρισμού σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο και κατάλληλης να επεκταθεί και σε άλλες Περιφέρειες της Ελλάδας. Επιπλέον, τα αποτελέσματα του έργου περιλαμβάνουν ένα σύνολο σύγχρονων και καινοτόμων εφαρμογών τύπου ‘app’ για την διαδραστική περιήγηση στο φυσικό περιβάλλον, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να μετατραπούν σε ανεξάρτητα εμπορικά προϊόντα χωρίς αποκλειστικά τοπικό χαρακτήρα και να αξιοποιηθούν οικονομικά από τους συμμετέχοντες φορείς.
[1] Υπουργείο Τουρισμού (2013). Σχέδιο Κατευθύνσεων Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής στον Τομέα του Τουρισμού 2014-2020, Υπουργείο Τουρισμού, σελ. 7.
[2] Βλ. παρουσίαση με τίτλο “Ελληνικός Τουρισμός: Προοπτικές και Δυνατότητες” στο συνέδριο ΣΕΤΕ «Ελληνικός Τουρισμός: Νέα Δεδομένα και Μελλοντικές Προκλήσεις», 18 Οκτωβρίου 2016 και παρουσίαση “Τουριστικός Στρατηγικός Σχεδιασµός: Οδικός Χάρτης Υλοποίησης”, στο 12o συνέδριο ΣΕΤΕ – «Τουρισµός & Ανάπτυξη», Οκτώβριος 2013.
[3] Έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού των Ηνωμένων Εθνών (United Nations World Tourism Organisation-UNWTO, 2014) και Έρευνα Αγοράς για τον Τουρισμό Περιπέτειας (Adventure Tourism Market Study, 2013) του Adventure Travel Trade Association.
[4] Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. (2015). Εθνική Στρατηγική Έρευνα και Καινοτομίας για την Έξυπνη Εξειδίκευση (RIS3), σελ. 95.